Να γίνονται όλα «εὐσχημόνως καὶ κατὰ τάξιν», συμβουλεύει ο Παύλος (Α΄ Κορ. 14,40). Για τον Μέγα Βασίλειο τούτο πρέπει να κατανοείται στο πλαίσιο της συμφωνίας και τέλειας αγάπης, ως το αποτέλεσμα της εμψυχωτικής και συνεκτικής δύναμης του σώματος. Αυτή η σύνδεση τάξεως και χαρισμάτων γίνεται και από τον Θεολόγο Γρηγόριο. Προβάλλοντας την αξία του μέτρου στην πνευματική ζωή, ο Καππαδόκης αναφέρεται στην ιδέα και εμπειρική πραγματικότητα των διαφορετικών χαρισμάτων και προσωπικών ικανοτήτων. Το να κυβερνάς και να κυβερνάσαι δεν αποτελεί αντανάκλαση της εσωτερικής ζωής της Τριάδος, αλλά ανάγκη που προκύπτει από τη διαφορά και ανισότητα της γνώσης και εμπειρίας ανάμεσα στους ανθρώπους και, κατά συνέπεια, από την ανάγκη καθοδήγησης και μύησης. Ο Γρηγόριος βλέπει την ενότητα στην αρμονία, συνεργία και περιχώρηση των ποικίλων χαρισμάτων. Αυτό που εναρμονίζει είναι η τάξη του χαρισματικού πλουραλισμού. Το αντίθετο, κι αυτό που μέμφεται ο Γρηγόριος, είναι ο απότομος ζήλος, οι εριστικοί τρόποι, η μωροσοφία, η αγάπη των πρωτείων, η ορμή προς την αμετρία και την αδιακρισία. Αυτές είναι οι αλλοτριωτικές δυνάμεις που μάχονται την τάξη, την οποία μπορούμε να δούμε σε όλα τα επίπεδα της δημιουργίας.

Η τάξις αυτή εμπεριέχει τη διάκριση ανάμεσα σε εκείνους που κυβερνώνται και οδηγούνται, και σε εκείνους που κυβερνούν και οδηγούν. Είναι όμως η κυβέρνηση και ηγεσία αυτή σχεδιασμένη πάνω στο πρότυπο της κοσμικής εξουσίας ή διοίκησης επιχειρήσεων; Τα τελευταία είναι μάλλον κακέκτυπα του πρώτου. Ωστόσο, η εκκλησιαστική τάξη ενδέχεται κατά καιρούς και τόπους να βιώνεται ως εξουσία, γραφειοκρατία ή management. Στην περίπτωση αυτή δεν είναι παρά το μασκάρεμα αμείλικτης αταξίας, φθηνή αναπαράσταση απωλεσθέντος δράματος, υποκατάσταση της πνευματικής ζωής από ένα lifestyle επιχειρἠσεων θρησκευτικού θεάματος, όπου συσκοτίζεται και ειδωλοποιείται η ζωή που υπήρξε εν αρχή. Ο σκοπός της χαρισματικής τάξης των ποιμένων και διδασκάλων δεν είναι η γοητεία και τυραννία αλλά η «ωφέλεια και ο φωτισμός» των υπολοίπων.

Το να ενεργεί κάποιος στα όρια του δικού του χαρίσματος σημαίνει να μιμείται μια συγκεκριμένη θεία ενέργεια, στην οποία ο αδιαίρετος Θεός είναι ταυτόχρονα κρυμμένος και φανερούμενος. Αυτή η ευσχημοσύνη και τάξη διέπει τον κύκλο των αποστόλων και τη συμπεριφορά του Χριστού απέναντί τους. Μάλιστα, ως εντυπωσιακό παράδειγμα προβάλλεται η διήγηση της Μεταμορφώσεως – θεοφάνεια όπου καθένας μιλά στην ώρα του. Στην πράξη τούτο σημαίνει ότι «δεν λέγεται το ίδιο πράγμα από όλους, δεν λέγονται όλα από έναν, αλλά καθένας μιλά ξεχωριστά και με τη σειρά του», με βάση και εφαλτήριο την ταπείνωση και την αγάπη. Η ποικιλία σημαίνει πολυφωνία, μα όχι σύγχυση φωνών και ήχων ατάκτων. Κάθε φορά υπάρχει μία μόνο φωνή που μεταδίδει κάτι, συμβάλλοντας στην προώθηση της ιστορίας, στην οικοδομή του σώματος. Δεν είναι απαραιτήτως η φωνή του επισκόπου. «Πρέπει να υπάρχει κάθε φορά μία φωνή στην Εκκλησία, αφού πρόκειται περί ενός σώματος», λέγει ο Ιωάννης Χρυσόστομος. «Γι’ αυτό, όταν ο αναγνώστης διαβάζει, ακούγεται μόνο εκείνος, ενώ ο επίσκοπος αρκείται να κάθεται σιωπηλός· και εκείνος που ψάλλει, ψάλλει μόνος του, κι αν όλοι ισοκρατούν, η φωνή φέρεται σαν από ένα στόμα· και αυτός που εκφωνεί λόγο, μιλά μόνος».

Ομοτιμία και αμοιβαίος σεβασμός διέπουν τη ζωή του εκκλησιαστικού σώματος. Ο Θεολόγος Γρηγόριος λέγει ότι δεν υπάρχει πρωτείο μεταξύ των κτισμάτων – όλα τα προνόμια ανήκουν σε όλα τα κτίσματα – και ότι η χάρις που δίνεται σε ένα, είναι αληθινά κοινή σε όλα. Όλα τα δώρα του Θεού στη δημιουργία είναι κοινά και ομότιμα, και η ίδια η κτίση είναι μάρτυρας της κοινής χάριτος που μετέχεται από όλους. Το ίδιο συμβαίνει και στα θέματα της πίστεως. Δεν έχει θέση εδώ ο δυνατότερος ή ο τύραννος. Ο νόμος, οι προφήτες, οι διαθήκες, η χάρις, η παιδεία, η τελειότητα, η καινή κτίση, η διανομή του Πνεύματος, η αγάπη του Θεού και η αγάπη προς τον Θεό, η έλλαμψη, η επίγνωση της Τριάδος, όλα είναι κοινά και εξαίρετα της θείας δικαιοσύνης – και η ανάβαση σ’ αυτά γίνεται «καθ’ όσον έκαστος βούλεται».

Στο πλαίσιο αυτό ο ρόλος του επισκόπου είναι λειτουργικός. Σύμφωνα με τον Ιωάννη Χρυσόστομο, αποτελεί χαρισματική λειτουργία μέσα στο σώμα, όπου η κυριαρχικότητα και η αυταρχική συμπεριφορά αποκλείονται:Οὐ κυριεύομεν ὑμῶν τῆς πίστεως, ἀγαπητοί, οὐδὲ δεσποτικῶς ταῦτα ἐπιτάττομεν· εἰς διδασκαλίαν λόγου προεχειρίσθημεν, οὐκ εἰς ἀρχὴν οὐδὲ εἰς αὐθεντίαν· συμβούλων τάξιν ἐπέχομεν παραινούντων.

Ειδάλλως, πρέπει να φοβηθούμε τους δύο κινδύνους που συνεχώς απειλούν τον κόσμο: την αταξία και την …τάξη!

Από το βιβλίο Ένας και Τρείς. Η Τριαδική Μοναρχία στην Ορθόδοξη Παράδοση, του ιερομονάχου Χρυσοστόμου Κουτλουμουσιανού (Ι.Μ. Κουτλουμουσίου, 2018)